Σε παλαιότερη συνέντευξη του, ο Greg Mackintosh είχε πει “when you're on tour, the good days are very good and the bad days are very bad”. Και από αυτή την άποψη, η συναυλία του Σαββάτου 19/3 ήταν μια πολύ καλή ημέρα για τους Paradise Lost, όπως έχει ήδη εύστοχα αναφερθεί.
Η δική μου ωστόσο σχέση με τους Paradise Lost αναφέρεται στο album Icon και την αλλαγή κατεύθυνσης που έφερε στην πορεία τους. Έχοντας αναδυθεί μέσα από την underground death/doom metal σκηνή στη Βρετανία και καθιερωθεί με δύο albums, περνάνε το 1992 από την ανεξάρτητη μικρή εταιρία Peaceville στην σχετικά μεγαλύτερη Music for Nations κυκλοφορώντας το album Shades of God. Σε αυτό περιλαμβανόταν το single As I die, το οποίο συνδύαζε ισχυρή μελωδία, έντονο ρυθμό και σχετικά 'καθαρά’ φωνητικά, προαναγγέλοντας, περισσότερο από κάθε άλλο εγχείρημα τους ως τότε, τον διαφορετικό ήχο που θα ακολουθούσε.
Και το 1993 ήρθε το album Icon. Σχεδόν δύο δεκαετίες αργότερα, η καλλιτεχνική του αξία, η σημασία του για την πορεία του συγκροτήματος και το εύρος της επιρροής που άσκησε θεωρούνται δεδομένα. Εκείνη την περίοδο ωστόσο, αυτό που συνέβαινε είναι ότι ο νέος προσανατολισμός των Paradise Lost ήταν ακριβώς αυτό, νέος: ένα ηχητικό περιβάλλον που δεν είχε ξανακουστεί, τόσο μελαγχολικό αλλά και ταυτόχρονα τόσο δυναμικό, τόσο προσεκτικά δομημένο κι όμως την ίδια στιγμή τόσο φορτισμένο συναισθηματικά. Σε ό,τι με αφορά πάντως, άκουγα κομμάτια του Icon όχι γιατί ήταν 'σημαντικά' αλλά επειδή μού άρεσαν πολύ - ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Christendom.
Μια επιμέρους αλλά ωστόσο κρίσιμη διάσταση εκείνης της περιόδου ήταν το ισχυρό οπτικό περιεχόμενο των singles και albums. Αυτό οφειλόταν καταρχήν στην αισθητική του Dave McKean, ενός από τους πλέον αξιόλογους και πολυδιάστατους σύγχρονους καλλιτέχνες, και στη συνέχεια στην γραφιστική ικανότητα της Stylorouge, που δημιούργησε και το κλασσικό logo των Paradise Lost.
Οι Paradise Lost συνέχισαν να εξελίσονται σε κάθε album. Aπό τα τέλη της δεκαετίας του 90 ο ήχος τους άρχισε βαθμιαία να βασίζεται σε πλήκτρα και εντελώς 'καθαρά' φωνητικά, με πλέον ενδεικτικό παράδειγμα το album Host του 1999, προκαλώντας δυσφορία σε μέρος της βάσης τους. Ως αποτέλεσμα, έχουν κατά καιρούς χρησιμοποιηθεί πολύ διαφορετικοί όροι για την μουσική τους: death/doom metal, gothic metal, και στη συνέχεια gothic rock, ακόμα και synthpop, ενώ για τα φωνητικά έχουν επιστρατευθεί παρομοιώσεις άλλοτε με τον James Hetfield των Metallica και άλλοτε με τον Dave Gahan των Depeche Mode.
Στην πραγματικότητα, όλοι αυτοί οι ορισμοί δηλώνουν την δική μας ανάγκη να κανονικοποιήσουμε το διαφορετικό, να το ετεροκαθορίσουμε και να το φέρουμε στα μέτρα μας, να το ερμηνεύσουμε όχι με τους δικούς του κάθε φορά όρους, αλλά με βάση αυτό που εμείς συμβαίνει να γνωρίζουμε ή/και θέλουμε. Προφανώς και οι προτιμήσεις καθενός/καθεμίας είναι σεβαστές, το βέβαιο ωστόσο είναι ότι οι Paradise Lost έκαναν πάντα αυτό που ήθελαν και όχι αυτό που 'έπρεπε'. Από αυτή την άποψη είναι καίρια η απάντηση του Mackintosh στην ερώτηση ποιό είναι το κυριότερο ζήτημα στην καριέρα κάθε μουσικού: “To do what you feel and not what’s expected”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου