Ο Ingmar Bergman υποστήριξε στην αυτοβιογραφία του The Magic Lantern (Penguin, 1989) πως ο Andrei Tarkovsky είναι ο σημαντικότερος σκηνοθέτης, και επισήμανε την φυσικότητα με την οποία κινείται στο πεδίο των ονείρων.
Aυτή η φυσικότητα είναι ο βασικός λόγος που πάντα μου άρεσε τόσο πολύ ο Καθρέφτης. Και για τον ίδιο λόγο δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω γιατί συχνά θεωρείται ως η πιο ‘δύσκολη’ ταινία του Tarkovsky – αντίθετα, νομίζω πως πρόκειται για την πιο προσωπική και συναισθηματικά δυνατή στιγμή του έργου ενός από τους σημαντικότερους δημιουργούς του 20ου αιώνα. O ‘καθρέφτης’ είναι ακριβώς αυτό, μια αντανάκλαση πάνω στην παιδική ηλικία και την ιστορία, το προσωπικό και συλλογικό παρελθόν, μέσα από το πρίσμα αναμνήσεων και ονείρων. Η άρνηση της συμβατικής γραμμικής αφήγησης είναι αυτό που επιτρέπει στην ταινία να γίνει τόσο γλυκιά αλλά και μελαγχολική, απογειώνοντας την περίφημη ποιητική αντίληψη του Tarkovsky για το σινεμά, και την οπτική ισχύ της κινηματογραφικής του γλώσσας. Μοναδικό και ιδιοφυές – κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να το είχε κάνει.
Aυτή η φυσικότητα είναι ο βασικός λόγος που πάντα μου άρεσε τόσο πολύ ο Καθρέφτης. Και για τον ίδιο λόγο δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω γιατί συχνά θεωρείται ως η πιο ‘δύσκολη’ ταινία του Tarkovsky – αντίθετα, νομίζω πως πρόκειται για την πιο προσωπική και συναισθηματικά δυνατή στιγμή του έργου ενός από τους σημαντικότερους δημιουργούς του 20ου αιώνα. O ‘καθρέφτης’ είναι ακριβώς αυτό, μια αντανάκλαση πάνω στην παιδική ηλικία και την ιστορία, το προσωπικό και συλλογικό παρελθόν, μέσα από το πρίσμα αναμνήσεων και ονείρων. Η άρνηση της συμβατικής γραμμικής αφήγησης είναι αυτό που επιτρέπει στην ταινία να γίνει τόσο γλυκιά αλλά και μελαγχολική, απογειώνοντας την περίφημη ποιητική αντίληψη του Tarkovsky για το σινεμά, και την οπτική ισχύ της κινηματογραφικής του γλώσσας. Μοναδικό και ιδιοφυές – κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να το είχε κάνει.
3 σχόλια:
Εγώ πάντως που είδα τη Νοσταλγία πριν από μερικά χρόνια δεν κατάλαβα και πολλά και γενικά επειδή η ταινία ήταν -χωρίς να είμαι υπερβολική- 5 με 6 μονοπλάνα όλη κι όλη δεν επιχείρησα ποτέ ξανά στη ζωή μου να δω άλλη ταινία του Tarkovsky. Τώρα βέβαια δεν ξέρω, μπορεί και να τον έχω αδικήσει ως σκηνοθέτη. Θεωρείται αναμφίβολα ως ένας εκ των κορυφαίων δημιουργών παγκοσμίως, auteur και μοναδικός στο είδος του ωστόσο, προσωπικά, δε μπορώ να πω ότι τρελαίνομαι.
Ούτε σε εμένα άρεσε ιδιαίτερα η Νοσταλγία. Αλλά ας ξεκαθαρίσουμε πρώτα από όλα ότι σε κανέναν μας δεν είναι υποχρεωτικό να αρέσει ό,τιδήποτε, είτε αυτό θεωρείται σημαντικό είτε όχι. Αναφέρω ενδεικτικά τους Antonioni, Dostoyevsky, και Wagner, στα έργα των οποίων συμβαίνει να μην ανταποκρίνομαι συναισθηματικά. Και έχω δικαίωμα να μην ανταποκρίνομαι, γιατί ο τρόπος που ο καθένας βιώνει ένα έργο είναι αναπόφευκτα προσωπικός. Και αυτό δεν είναι διαπραγματεύσιμο.
Και δεν είναι διαπραγματεύσιμο γιατί πολιτικά θα ήταν εξαιρετικά προβληματικό να μας συγκινούν όλους τα ίδια πράγματα με τον ίδιο τρόπο – αντίθετα, το ζητούμενο είναι η διαφορετικότητα. Και ως προς αυτό, θέλω να πιστεύω πως έχουμε μπορέσει να προβληματοποιήσουμε τις διπολικές διακρίσεις μεταξύ ποιότητας/εμπορικότητας, ή υποτιθέμενων ‘υψηλών’ και μη τεχνών.
Νομίζω πως μεγάλο μέρος αυτού που συμβατικά ονομάζεται auteur ή art house cinema είναι υπέρμετρα εγκεφαλικό ή/και επιτηδευμένο. Στην περίπτωση του Tarkovsky ωστόσο τα εκφραστικά μέσα υπηρετούν απόλυτα το περιεχομένο: δεν είναι τα πλάνα αυτά καθεαυτά που έχουν σημασία, αλλά εκείνο που επικοινωνούν αισθητικά, η πνευματικότητά του αν θέλεις. Και για αυτό το λόγο νομίζω ότι μου αρέσουν περισσότερο οι πιο προσωπικές και συναισθηματικά φορτισμένες ταινίες του όπως είναι ο Καθρέφτης, αλλά και η Θυσία.
Και κάτι ακόμα, νομίζω ενδιαφέρον: όταν κυκλοφόρησε ο Καθρέφτης θεωρήθηκε από τους υποτιθέμενους ειδήμονες ως ‘καλλιτεχνική αποτυχία’. Όπως όμως αναφέρει ο Tarkovsky στο παρακάτω απόσπασμα, απλοί θεατές είδαν τη δική τους ζωή στην ταινία...
http://www.youtube.com/watch?v=IQ0kLMNus60
Δημοσίευση σχολίου