Στην συνέντευξη του στο Impose Magazine, ο Lee Jeffries ισχυρίζεται ότι το γεγονός πως το φωτογραφικό του έργο δεν είναι βιοποριστικό του δίνει την ελευθερία να προσπαθεί να βοηθήσει τους άλλους, και όχι να εξυπηρετεί ανάγκες πελατών. Η αντίληψη αυτή θα μπορούσε να αποτελέσει εύστοχη εισαγωγή στη δουλειά του. Δεν είναι συνηθισμένο να συναντάει κανείς μορφές τέχνης των οποίων η αισθητική και η δεξιοτεχνία είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με μία αίσθηση αυτονομίας και κοινωνικής συνείδησης.
Ο Lee Jeffries είναι ένας λογιστής από το Manchester ο οποίος φωτογραφίζει κυρίως άστεγους. Ένα από τα πορτραίτα του κέρδισε πέρσι τον διαγωνισμό Digital Camera Photographer of the Year, πράγμα καθόλου παράξενο αν αναλογιστεί κανείς το συναισθηματικό βεληνεκές της δουλειάς του. Όπως ισχυρίζεται ο Paul Bignell στην εφημερίδα The Independent, δεν προκειται για την απόσπαση εικόνων αστέγων από μακριά αλλά για πορτραίτα των οποίων η αμεσότητα αποδίδει απογυμνωμένη κάθε άβολη λεπτομέρεια.
Δεν πρόκειται ωστόσο μόνο για εξαιρετικές φωτογραφίες. Είναι συχνό φαινόμενο κανείς να αποστρέφει το βλέμμα του από τους άστεγους· όλοι γνωρίζουμε πως βρίσκονται δίπλα μας, οι περισσότεροι όμως προτιμάμε να εθελοτυφλούμε και απλά τους προσπερνάμε σα να μην υπήρχαν. Είναι αυτή η καταναγκαστική ‘αόρατη’ υπόσταση των αστέγων που τα πορτραίτα αποτρέπουν· ή και αρνούνται, με την έννοια που ο Theodor Adorno προσδιόριζε την δυνατότητα της τέχνης να αντιπαρατίθεται στην εργαλειακή αντίληψη του κόσμου. Από μία τέτοια άποψη, το έργο του Lee Jeffries αποτελεί μία αισθητικού και συναισθηματικού τύπου αποκατάσταση της θέσης των αστέγων στη δημόσια σφαίρα. Με άλλα λόγια, αποτελεί μορφή τέχνης με ουσιαστικό λόγο και σημασία· και κατά την συνέντευξη του Lee Jeffries στο Impose Magazine, σημασία έχει το εξής:
“Αν ένας άνθρωπος δει οποιαδήποτε από τις εικόνες μου και νιώσει αρκετή συμπόνοια ώστε ίσως να προσφέρει την βοήθεια του την επόμενη φορά που του δοθεί η ευκαιρία, τότε η εικόνα μετράει”
Twitter: LJ.@Lee_Jeffries
Flickr: LJ.’s Photostream